Η πικραλίδα ή αλλιώς ταραξάκος ο φαρμακευτικός (Taraxacum officinale) είναι ένα ποώδες, πολυετές ζιζάνιο. Είναι ιδιαίτερα γνωστό για τις χνουδωτές μπάλες που σχηματίζει, αλλά χρησιμοποιείται και ως βότανο. Άλλες τοπωνυμίες της πικραλίδας είναι: ραδίκι του βουνού, αγριοράδικο, μαρουλίδα.
Περιγραφή της πικραλίδας
Τα φύλλα της είναι λογχοειδή και οδοντωτά με λεία υφή. Στην κάτω πλευρά των φύλλων εμφανίζονται τριχίδια. Οι μίσχοι μπορεί να είναι λείοι ή να φέρουν κι αυτοί τριχίδια. Το φυτό έχει κατακόρυφη ή έρπουσα ανάπτυξη. Φυτρώνει το φθινόπωρο και ξεκινά η ανθοφορία της την άνοιξη. Τα άνθη της είναι κίτρινα με το χαρακτηριστικό να ανοίγουν το πρωί και να κλείνουν το βράδυ. Ο καρπός της είναι αχαίνιο. Σχηματίζει μικρά, λευκά “αλεξίπτωτα” πλάτους 6 χιλιοστών που φέρουν τους σπόρους. Κάθε φυτό παράγει έως και 5.000 σπόρους.
Συστατικά της πικραλίδας
Η πικραλίδα είναι πλούσια σε βιταμίνη Α, Ε και C καθώς και σε μέταλλα και ιχνοστοιχεία όπως κάλιο, ασβέστιο, μαγγάνιο, σίδηρο και μαγνήσιο. Περιέχει φλαβονοειδή και τερπενοειδή.
Χρήσεις της πικραλίδας
Το φυτό της πικραλίδας έχει πολλές μαγειρικές και φαρμακευτικές χρήσεις.
- Τα φύλλα μπορούν να καταναλωθούν είτε μαγειρεμένα είτε ωμά σε σαλάτες.
- Παράγεται κρασί από τα άνθη της πικραλίδας (πικραλιδαρωματισμένος οίνος).
- Παράγεται και σιρόπι από τα άνθη της, ως υποκατάστατο του μελιού.
- Η ρίζα της πικραλίδας, αφού ψηθεί και αλεστεί, χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο του καφέ.
Καταναλώνεται ως αφέψημα με τις εξής ιδιότητες:
- βοηθά στη δυσκοιλιότητα,
- βοηθά στη διαταραχή του ήπατος,
- δρα ως αντιφλεγμονώδες και αντιοξειδωτικό,
- παρουσιάζει διουρητικές ιδιότητες χωρίς να δημιουργεί απώλεια καλίου, όπως συμβαίνει με κάποια διουρητικά.
Παρενέργειες της πικραλίδας
- Η πικραλίδα μπορεί να εμφανίσει σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις σε άτομα αλλεργικά σε αγριόχορτα, χρυσάνθεμα, καλέντουλα, χαμομήλι, αχίλλεια, μαργαρίτες ή ιώδιο.
- Ακόμη μπορεί να προκαλέσει αυξημένη έκκριση γαστρικού οξέος και καούρα.
- Άτομα με παθήσεις της χοληδόχου κύστης πρέπει να αποφεύγουν το βότανο.
- Δεν συνιστάται η χρήση στην εγκυμοσύνη ή κατά το θηλασμό λόγω έλλειψης κλινικών δεδομένων ασφάλειας για τις καταστάσεις αυτές.