Στη χώρα μας συναντώνται αυτοφυή 3 είδη, γνωστά με την κοινή ονομασία ρείκια ή κισσούρι ή σουσούρα ή έρικα. Είναι μελισσοκομικό φυτό καθώς ελκύει τις μέλισσες, και παράγει άριστης ποιότητας μέλι. Παρά την γευστικότητά του και την θρεπτική του αξία δεν έχει ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία καθώς κρυσταλλώνει γρήγορα.
Περιγραφή φυτού
Το ρέικι είναι ένα αυτοφυές φυτό που γίνεται μικρός θάμνος. Είναι φυτό ικανό να καλύψει ολόκληρες πλαγιές αλλά και μεγάλες εκτάσεις. Άλλοτε το βρίσκουμε μόνο του και άλλοτε μαζί με μουμαριές, λαδανιές (Πήλιο – Κίσαβος – Ροδόπη – Νησιά Αν. Αιγαίου – Πελοπόννησο, κλπ.). Το ύψος του κυμαίνεται από 30-80 εκατοστά. Έχει μικρά, μακρόστενα φύλλα και μικρά άνθη χρώματος ροζ, μωβ ή λευκά που μοιάζουν με καμπανούλες. Τα άνθη τους έλκουν ιδιαίτερα τις μέλισσες. Σε κάθε άνθος σχηματίζονται 30 περίπου σπόροι του φυτού, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε θάμνος παράγει κάθε έτος περισσότερους από 150.000 σπόρους. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους της ευρείας διάδοσης του φυτού σε μεγάλες εκτάσεις. Τα κοκκινωπά κλαδιά της ερείκης έχουν μικρά και πυκνά φύλλα σε αντίθετη διάταξη, τα οποία φέρονται ανά τέσσερις δέσμες.
Συνθήκες ανάπτυξης
Η ερείκη αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες θέσεις και όξινα χουμώδη εδάφη. Μπορεί να ευδοκιμήσει και σε ημισκιαζόμενες θέσεις, με μειωμένη όμως ανθοφορία. Φυτεύεται σε ομάδες, βραχόκηπους, γλάστρες καθώς και για εδαφοκάλυψη. Κλαδεύεται μετά την ανθοφορία της για να διατηρηθεί το σχήμα της. Πολλαπλασιάζεται με ημιξυλώδη μοσχεύματα το καλοκαίρι.
Χρήσεις
Ως βότανο περιέχει αλκαλοειδή, αρμπουτίνη, κιτρικό και φουμαρικό οξύ, πτητικό έλαιο, τανίνη και καροτίνη. Έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως σαν φαρμακευτικό φυτό στις ορεινές περιοχές της Ευρώπης, όπου υπάρχει αυτοφυές σε ολόκληρες εκτάσεις. Οι θεραπευτικές ιδιότητες του βοτάνου έχουν καταγραφεί ήδη από τον Μεσαίωνα, αφού αναφέρονται σε βιβλία του 7ου αιώνα μ.Χ.
Είναι στυπτικό, ελαφρώς ηρεμιστικό και υπνωτικό βότανο, με διουρητικές, αποχρεμπτικές και εφιδρωτικές ιδιότητες. Δρα ως αντισηπτικό και αντιφλεγμονώδες ιδιαίτερα στο ουροποιητικό σύστημα.
Το αφέψημα του φυτού δρα θετικά στις πέτρες που σχηματίζονται στο ουροποιητικό σύστημα, καταπολεμάει τον κολικό των νεφρών, την χρόνια κυστίτιδα και τα οιδήματα, ενώ συμβάλλει στην μείωση της πιθανότητας προβλήματος στον προστάτη.
Βοηθά, επίσης, σε προβλήματα γαστρίτιδας με υπερέκκριση πεπτικών υγρών, κολικούς των εντέρων συνοδευόμενους από διάρροια και σε ασθένειες του ήπατος και της χολής. Χάρη στις ηρεμιστικές του ιδιότητες, βοηθάει στην μείωση της νευρικής υπερδιέγερσης, στη νευρική εξάντληση και την αϋπνία.
Μέλι σουσούρας
Το μέλι σουσούρας, όπως λέγεται, προέρχεται από την φθινοπωρινή ερείκη. Παράγεται σε μεγάλες ποσότητες σε αρκετές περιοχές της χώρας. Είναι σκουρόχρωμο και κρυσταλλώνει γρήγορα και έχει υπόπικρη γεύση. Θεωρείται όμως προϊόν με ιδιαίτερα υψηλή θρεπτική αξία και έχει τις ίδιες θεραπευτικές ιδιότητες με αυτές του φυτού. Το μέλι της είναι ωφέλιμο και για τον ανθρώπινο οργανισμό, διότι είναι διουρητικό, κατεβάζει την πίεση άρα κάνει καλό στο κυκλοφορικό. Επίσης σαν διουρητικό κάνει καλό στα νεφρά και κατ΄επέκταση στον προστάτη των ανδρών.
Όταν ο καιρός είναι ευνοϊκός, ζεστός ή δροσερός με υγρούς ασθενείς ανέμους η σουσούρα έχει μεγάλες αποδόσεις σε γύρη και νέκταρ. Τότε τα μελίσσια κτίζουν κεριά εντατικά, αποθηκεύουν γύρες και μέλια, μεγαλώνουν οι εκτάσεις σε γόνους και γενικά ανεβάζουν εύκολα πληθυσμούς, ξεχειμωνιάζουν δυνατά και αναπτύσσονται εύκολα την άνοιξη.
Η εποχή ανθοφορίας της σουσούρας κλιμακώνεται από Αύγουστο στα πεδινά μέχρι τον Δεκέμβριο σε κάποιες ημιορεινές περιοχές. Το φυτό έχει μεγάλη εξάρτηση από τις φθινοπωρινές βροχές, αν βρέξει παράγει μεγάλη ποσότητα σε γύρη και νέκταρ.